Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016

Δημοκρατία.. αυτή η άγνωστη κρίση

Αντιμετώπισα το πρόβλημα της κρίσης ως έλλειψη Δημοκρατίας διότι αφενός αυτό δημιουργήθηκε εν αγνοία των πολιτών, η διόρθωσή του παρέμεινε σε αυτούς που το δημιούργησαν και τα μέτρα λύσεις επιβάλλονται (ακόμη κι με ωμή βία) χωρίς να τα εγκρίνουν οι πολίτες. 
Άρα η λαϊκή βούληση υπάρχει μόνο να χρησιμεύει ως φύλλο συκής που η κεντρική εξουσία καλεί για να κρύψει την παντελή απουσία της. Τι θα συνέβαινε όμως αν το σύστημα άλλαζε τόσο ώστε να διαμοιράσει, έστω και τυχαία, την εξουσία μεταξύ αντιπροσώπων και πολιτών; 
Πόσο θα άλλαζε αυτό το πολίτευμά μας, την συμμετοχή των πολιτών στην πιο κρίσιμη διαδικασία, την νομοθετική; Πόσο θα έπρεπε να αλλάξουμε εμείς για να συμβεί αυτό;



Παρατίθεται ο πρόλογος του βιβλίου

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

            Το κάλεσμα του κινήματος των «Αγανακτισμένων» ήταν για τις 25/5/2011. Ήμουν εκεί από την προηγούμενη νύχτα. Να δω ιδίοις όμμασοι «τι παίζει». Από τις ετερόκλητες παρέες που είχαν μαζευτεί εκείνο το βράδυ κατάλαβα ότι ό,τι είχε τραβήξει εμένα χωρίς φανερή αιτία στο δρόμο θα τράβαγε πολλούς άλλους ανθρώπους.  Άλλωστε είχε περάσει ένας χρόνος Μνημονίου και τα μέτρα είχαν αρχίσει να δείχνουν τα δόντια τους, και το ζοφερό μέλλον για όλους.

            Η ίδια ανάγκη που με έβγαλε έξω με έκανε να περιφέρομαι τις πρώτες μέρες άγνωστος ανάμεσα σε αγνώστους, κι όμως... Όλοι μίλαγαν με όλους και, για όσο διήρκησε, αναπτύχθηκαν δύο πράγματα. 1. Μια κοινωνικότητα, που είχε χαθεί τα προηγούμενα χρόνια από τους περισσότερους από εμάς, ανάμεσα σε ανθρώπους με προβληματισμό βαθύτερο από το αίτημα για επιστροφή στην πρότερη κατάσταση. 2. Η αίσθηση ότι το κράτος ήταν πια ανοιχτά απέναντι στον πολίτη και άνθρωπο, κάτι που απέδειξε στη συνέχεια με όλη την βαρβαρότητα που μπορούσε να ασκήσει με την ισχύ που διαθέτει.

            Όμως τις πρώτες δύο ή τρεις μέρες υπήρξε επαφή, ανθρώπινη, πολιτική, και μια αισιοδοξία ότι κάτι μπορεί να αλλάξει, κάτι μπορούμε να αλλάξουμε. Έτσι τριγυρνώντας ανάμεσα στις αυτοοργανούμενες ομάδες χωρίς να το σκεφτώ κάθισα στη θεματική «Πολιτικής» (και αργότερα «Άμεσης Δημοκρατίας»). Μαζί με άγνωστους ανθρώπους αρχίσαμε να αναπτύσσουμε τους προβληματισμούς μας που είχε ο καθένας για το πως θα πρέπει να είναι δομημένη η κοινωνική κατάσταση ώστε όλοι να έχουν λόγο. Εκεί ξεκίνησα να βάζω στο μυαλό μου σε σειρά όλους τους προβληματισμούς και τις γνώσεις που είχα από χρόνια ασταχυολόγητες και σκόρπιες. Κατέθεσα και εγώ, όπως και οι υπόλοιποι την προσωπική ή συλλογική άποψη.

Από την αρχή φάνηκε πόσο δύσκολες είναι οι πραγματικά Δημοκρατικές διαδικασίες και πόσο ανεκπαίδευτοι είμαστε σε αυτές οι περισσότεροι. Η δυσκολία έγκειται στο να έχεις την ευθύνη των λόγων και έργων απέναντι σε ισότιμο ακροατήριο και να θέτεις τον εαυτό σου απέναντι στα κοινά, κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να φροντίσεις προσωπικά για τον «εξοστρακισμό σου». Πρέπει να φροντίσεις την αυτοκαθαίρεσή σου ώστε να διασφαλίσεις την συνέχιση της λειτουργίας της Δημοκρατίας και την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού. Δύσκολο όταν έχεις μεγαλώσει σε έναν πολιτισμό που σου επιβάλει συνεχώς να συγκεντρώνεις ότι μπορείς, πόρους, χρήμα, εξουσία.

Έχοντας σπουδάσει πληροφορική και με το «βίτσιο» της πολυετούς εμπειρίας μου στην «Ανάλυση Συστημάτων» προσέγγισα το πρόβλημα με όρους διαφορετικούς από αυτό που θα αποκαλούσαμε «πολιτικούς» αν και τα συμπεράσματα είναι μάλλον ταυτόσημα.

Μια από τις βασικές αρχές της ανάλυσης ενός συστήματος για μηχανογράφηση και μηχανοργάνωση είναι ότι μπορείς να βελτιώσεις το σύστημα αλλάζοντας απλώς και μόνο τη ροή των πραγμάτων του, π.χ. τη ροή πληροφοριών ή εξουσίας.

Αντιμετώπισα το πρόβλημα της κρίσης ως έλλειψη Δημοκρατίας διότι αφενός αυτό δημιουργήθηκε εν αγνοία των πολιτών, η διόρθωσή του παρέμεινε σε αυτούς που το δημιούργησαν και τα μέτρα λύσεις επιβάλλονται (ακόμη και με ωμή βία) χωρίς να τα εγκρίνουν οι πολίτες. Άρα η λαϊκή βούληση υπάρχει μόνο να χρησιμεύει ως φύλλο συκής που η κεντρική εξουσία καλεί για να κρύψει την παντελή απουσία της.

Τι θα συνέβαινε όμως αν το σύστημα άλλαζε τόσο ώστε να διαμοιράσει, έστω και τυχαία, την εξουσία, το πολιτικό αγαθό, μεταξύ αντιπροσώπων και πολιτών; Πόσο θα άλλαζε αυτό το πολίτευμά μας, την συμμετοχή των πολιτών στην πιο κρίσιμη διαδικασία, την νομοθετική; Πόσο θα έπρεπε να αλλάξουμε εμείς για να συμβεί αυτό;

Στην αρχαία Αθήνα, περίπου στην εποχή του Περικλή, υπήρχαν πεντακόσιες περίπου χιλιάδες στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής.  Δούλοι, μέτοικοι, γυναίκες παιδιά και άντρες (όπως ήταν ο διαχωρισμός εκείνη την εποχή). Από αυτούς δικαίωμα, όχι ψήφου αλλά, νομοθεσίας είχαν πενήντα χιλιάδες ήτοι 10%. Με σημερινά νούμερα θα έπρεπε η βουλή των Ελλήνων να έχει ένα εκατομμύριο βουλευτές (και όχι λόγω του διαχωρισμού της κοινωνίας αλλά σαν ενδεικτικό νούμερο για το πολίτευμα που δημιούργησε τον χρυσό αιώνα για την σκέψη του ανθρώπου). Πάντως από τις πενήντα χιλιάδες συνήθως πήγαιναν να νομοθετήσουν και να λάβουν αξιώματα γύρω στις δέκα χιλιάδες, δηλαδή σαν να λέμε σήμερα διακόσες χιλιάδες άνθρωποι.

Δεν ξέρω πόσο έτοιμοι είμαστε να πάμε, όχι στις διακόσες χιλιάδες αλλά στα δέκα εκατομμύρια. Αυτό εδώ το βιβλίο ψηλαφεί τη δυνατότητα της εφικτότητας, που είναι έστω στα σύνορα που έχουν σηκωθεί στο μυαλό μας. Θεωρώ όμως ότι είναι κάποια βήματα προς μια κατεύθυνση που θα απεμπλέξει την ισχύ του κράτους από μια μειοψηφία που είτε το θεωρεί δικό της είτε το έχει παραδώσει σε ξένα συμφέροντα. Περαιτέρω ένα πιο ανοιχτό σύστημα διοίκησης θα εκπαιδεύει τους πολίτες να είναι έτοιμοι και άξιοι για όλα τα αξιώματα και για να κάνουν το επόμενο βήμα.