Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2019

IT, το Αυτό - μια κριτική


IT
(το Αυτό-ποιο σωστά Αυτό)
*spoiler alert!

Αν και σπάνια γράφω κριτικές  (ερασιτεχνικές πάντα), μου άρεσε ιδιαίτερα το βιβλίο για να αγνοήσω την ταινία. Είχα βέβαια και συγκρουόμενες απόψεις, οπότε αυτό με ιντρίγκαρε περισσότερο να πάω να το δω.

Να ξεκαθαρίσω βέβαια ότι θα κρίνω την ταινία με το πόσο πιστή ήταν στο πνεύμα του βιβλίου και όχι ως αυτόνομη τέχνη, αν και νομίζω ότι αυτό είναι και το κριτήριο επιτυχίας της ή αποτυχίας της.
Ξαναείδα λοιπόν το πρώτο κεφάλαιο πριν πάω και – ορθώς – επέλεξα την παράσταση λίγο πριν της δώδεκα που τελειώνει στις τρεις. Ταίριαζε το κλίμα και δημιουργεί και ατμόσφαιρα.

Θα ξεκινήσω αιρετικά και θα πω ότι το πρώτο μέρος δεν μου άρεσε. Πολύ καλή ταινία αλλά φαινόταν έξω από το κλίμα του βιβλίου. Στο βιβλίο έχουμε συνεχώς flash back, και εξιστορήσεις,  που συνδέει τους χρόνους από πολύ πολύ παλιά έως τους ενήλικους ήρωες.  Αυτά τα flash back στην παιδική ηλικία –που εδώ είναι το πρώτο μέρος – εξυπηρετούν δύο πράγματα.
Ένα, τις πληγές που κουβαλά ο κάθε ήρωας  και τον στιγματίζει στην ενηλικίωσή του, που προσπαθεί να τις ξεπεράσει, και πρέπει να τις ξεπεράσει για να επιβιώσει του Pennywise αλλά και της ίδιας της πραγματικότητας.
Δύο, καταδεικνύει όλο το κακό που μπορεί να κρύβει – και συνήθως το κάνει – μια κοινωνία δημιουργώντας φόβους και τρέφοντας τον Pennywise, και αμφίδρομα τις τρέφει και ο ίδιος μεγεθύνοντας κάθε συμπεριφορά.
Στην ταινία εξυπηρετεί και την τεχνική του εσωτερικού ταξιδιού των πρωταγωνιστών, αλλά στο βιβλίο είναι ευκρινέστερο αυτό.
Όπως είπε, αιρετικά, το πρώτο κεφάλαιο δεν μου άρεσε διότι έδειχνε λειψό ως προς τα προαναφερόμενα, αλλά έχτιζε την προσδοκία για το δεύτερο, που και πάλι αιρετικά, το ευχαριστήθηκα τα μάλα.

Κατ’ αρχάς ήταν εξαιρετική η επιλογή των πρωταγωνιστών, ειδικά McAvoy-Chastein, αλλά και οι υπόλοιποι ήταν πολύ καλοί. Ειδικά ο - blip blip Ritchie Billy Hader.
Η ταινία, πιστή στη δομή του βιβλίου πια, έδινε με τα flash back μια καθαρή σύνδεση του παρελθόντος των πρωταγωνιστών με τον ενήλικο – αλλά όχι ώριμο –χαρακτήρα τους. Επίσης είχε κάποιες σκηνές που οπτικά εξυπηρέτησε καλλίτερα και από το βιβλίο, όπου πια ένας παιδικός χαρακτήρας αντίκριζε την ενήλικη πραγματικότητα, με τους φόβους, τους παραλογισμούς, την αφέλεια και την αναποφασιστικότητα που χαρακτηρίζει ένα παιδί. Μπερδεύονται έτσι οι χαρακτήρες (μεγάλος/μικρός) και οι χρόνοι (παρελθόν/παρόν) με μια ψυχολογική/συναισθηματική αληθοφάνεια.
Τα οπτικά εφέ ήταν – προφανώς – αντάξια της παραγωγής και τέλια ως προς την τεχνική τους, όχι όμως προς την παρουσίασή τους. Θύμιζαν αισθητική μάλλον του ’80 – κάτι που και εδώ νομίζω εξυπηρετεί δύο σκοπούς. Αναφορά στην δεκαετία που άνδρωσε το είδος και βγήκε και το βιβλίο. Είναι και της μόδας άλλωστε με το stranger things που έχει και πρωταγωνιστή στην ταινία – Jaeden Martell. Επίσης, οι εφιάλτες έπρεπε να δείχνουν «παιδικοί» για να μείνουν πιστοί σε αυτό που τελικά νοηματοδοτεί το βιβλίο και που αποθεώνει η ταινία με την συνειδητοποίηση των ηρών πως πρέπει να αντιμετωπίσουν τον υπερφυσικό τρόμο και το θάνατο του Pennywise  και τα τελευταία λόγια του.
Το νόημα του βιβλίου – εν κατακλείδι, είναι πως πρέπει να σκοτώσεις όλους τους παιδικούς σου τρόμους – που κατά προέκταση δημιουργούνται από τραυματικές εμπειρίες που πρέπει να επουλώσεις- και να περάσεις σε μια υγιή ενηλικίωση. Αυτό συμβολίζει και η μορφή του κλόουν που επέλεξε ο Stephen King ως το απόλυτο και αρχέγονο κακό και το κάνει εμφατικά.

Οι πρωταγωνιστές το συνειδητοποιούν στην κορύφωση του ανελέητου κυνηγητού από τον Pennywise, όταν όλα μοιάζουν χαμένα και ακολουθούν τον μόνο δρόμο που έχουν. Γυρίζουν και αντιμετωπίζουν το φόβο τους με μια δράση βγαλμένη από τα εγχειρίδια ψυχολογίας και ψυχανάλυσης. Έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με το φόβο τους – που έχει μεγεθυνθεί στην ενήλικη ζωή τους και τον ονοματίζουν στις μορφές που είχε στην παιδική τους ηλικία. Τον μικραίνουν, τον χλευάζουν, τον υποτάσσουν και τέλος τον σκοτώνουν ξεριζώνοντας την καρδιά του κακού αναγκάζοντας και τον ίδιο τον Pennywise να παραδεχτεί: «Πως μεγαλώσατε έτσι».
Από τις πληγές των παιδικών τραυμάτων και τις φοβίες που φτιάχνουν ιστούς μέσα στα μυαλά των ανθρώπων κάποιοι κατατρύχονται για πάντα και κάποιοι μπορεί και να μην επιβιώσουν από αυτές. Άλλοι πάλι καταφέρνουν να συνειδητοποιήσουν τους φόβους τους, την πηγή τους, και τελικά να ορθωθούν και να τους αντιμετωπίσουν, αντιμετωπίζοντας και τον εαυτό τους και από κει να περάσουν στην ενηλικίωση.

Κάτω από αυτό το πρίσμα – που το έχει υπογραμμίσει και ο συγγραφέας, το δεύτερο μέρος ήταν καταπληκτικό και το πρώτο συνδέεται μαζί του σε ένα ενιαίο έργο. Ένα έργο που και τεχνικά ήταν άρτιο και σεναριακά/σκηνοθετικά δεν σε άφηνε να βαρεθείς καθόλου, καθώς όλες οι σκηνές είχαν ένταση, ένα ρολόι να μετρά αντίστροφα στην πλοκή και κλιμακώσεις μέχρι την κάθαρση.

Υ.Γ Απόλαυσα τον μικρό ρόλο του STEPHEN KING με τα υπονοούμενα για τον τρόπο που τελειώνει τα βιβλία του, όταν συναντά την αντανάκλαση του εαυτού του στον χαρακτήρα του Bill.