Πέμπτη 11 Ιουνίου 2015

Σκόρπια κείμενα: Αίας, η τελευταία μάχη.


Γιατί κρατάω το σπαθί γυμνό στα χέρια μου;
Τι είναι αυτό που τρέχει πάνω στο άσπλαχνο σίδερο;
Αίμα;
Ακόμη ζεστό;
Ακόμη ζωντανό;
Τι έγινε;
Βογκητά, επιθανάτιοι ρόγχοι.
Τώρα θυμάμαι.
Γύρναγα στο στρατόπεδο αφηνιασμένος. Εκείνο το σκυλί, ο άρχοντας της απάτης μου έκλεψε τη νίκη και την αρματωσιά του θείου Αχιλλέα.
Έκαιγε η ματιά μου, πόναγαν τα μέσα μου από οργή.
Τότε, εκεί στο ξέφωτο τους είδα να’ρχονται.
Σαν δώρο από τους θεούς να ξεσπάσω την καταιγίδα που μαινόταν μέσα μου.
Κοίταξα για φρουρούς αλλά δεν ήταν κανείς τριγύρω. Περίεργο πράγμα.
Γύμνωσα τη λεπίδα μου που ‘γλειψε τα χείλια του σκοταδιού διψασμένη.
‘Μόνος’ ψιθύρισα στον εαυτό μου. Καλλίτερα έτσι.
Όρμισα πάνω στο κοπάδι που κινούταν σιωπηρή σκιά.
Μα είναι πολύπλοκος χορός η μάχη, θερμός σαν πίδακας αίμα. Θανατερός σαν άδειο βλέμμα.
Πόσες φορές το ‘χω κάνει. Πόσες μάνες έκλαψαν τους γιούς τους, πόσες γυναίκες τους άντρες τους, πόσα παιδιά τους πατεράδες τους. Μια θάλασσα δακρύων διασχίζει κάθε φορά ο βαρκάρης για να πάει τις ψυχές στον Άδη.
Και ποτέ δεν είναι αρκετό.
Η ησυχία έσπασε όπως ο σβέρκος του πιο κοντινού Τρώα.
Το θυμάμαι τώρα καλά. Με το ένα χέρι τον σήκωσα και τον στριφογύρισα πάνω στους εχθρούς που με κύκλωναν πεινασμένη αγέλη.
Κακόμοιροι, η επτατόμαρη ασπίδα μου είναι πιο βαριά από τους περισσότερους από σας.
Άρχισε η σφαγή.
Η λεπίδα έσχιζε πότε δεξιά, πότε αριστερά. Σταθερά, χωρίς αμφιβολία.
Φοβούνται, το νιώθω. Δεν είναι το τεράστιο παράστημά μου. Δεν είναι καν το αίμα που βάφει το πρόσωπό μου όλο και πιο κόκκινο.
Είναι το βουλιμικό χαμόγελό μου που ανοίγει κάθε φορά που κάποιος εχθρός ανοίγει μια νέα πληγή στο κορμί μου.
Με κύκλωσαν. Με πιέζουν. Πρέπει να προφυλάξω τα νώτα μου.
Η κίνηση στα πόδια είναι πολύ σημαντική. Μην χάσεις την ισορροπία σου, μην πέσεις.
Να χτυπήσεις δυνατά.
Ένα μπροστινό λάκτισμα και τρεις είναι κάτω.
Χτύπα με το σπαθί. Χτύπα με το ελεύθερο χέρι.
Είναι σκοτάδι αλλά η άσπρη περιβολή με βοηθά να βρίσκω το στόχο μου, να τη βάψω σκοτωμένο άλικο.
Γιατί φοράνε άσπρα; Να είναι σαν φαντάσματα για να τρομάξουν όποιον τους δει;
Λάθος άνθρωπο διάλεξαν. Σήμερα δεν φοβάμαι ούτε θεούς ούτε δαίμονες.
Σήμερα θα με φοβηθούν εμένα οι άνθρωποι και οι θεοί.
Πίσω μου! Ο βράχος, είμαι ασφαλείς από πίσω.
Μπροστά;
Κανένας πια. Όλοι νεκροί. Σπονδή για να κατευνάσω τον δίκαιο θυμό μου.
Για να σας δω από κοντά παλικάρια μου που τολμήσατε να σταθείτε μπρος στον πύργο των Αχαιών.
Πολύ γλιστερό το αίμα τούτων δω. Και πολύ. Να, αυτός ζει. Κοίτα με τρόμο που μου αντιγυρίζει το βλέμμα. Ένα μεγάλο ολοστρόγγυλο μάτι. Η φλόγα ζωής τρεμοσβήνει. Και, και… βελάζει σαν αρνί, σαν σφαγείο.
Το δέρμα του, ή η περιβολή του, σαν προβιά μοιάζει.
Προβιά είναι.
Όλα είναι προβιές. Όλα είναι σφαγεία. Και τα έσφαξα.              
Δεν μπορώ να συγκρατήσω τα γέλια. Προς τον εαυτό μου. Οι άλλοι οι Αχαιοί θα γελάσουν με την καρδιά τους. Μετά την ήττα στην κονίστρα ο μέγας Αίας έσφαξε με θάρρος δεκάδες πρόβατα.
Αμύνθηκαν σθεναρά αλλά σε τέτοιον άντρα μπροστά ποιος θα σταθεί;
Ποιος δεν θα γονατίσει από τα γέλια;
Πάντως το αίμα στο σπαθί διαφορά δεν έχει το ανθρώπινο αίμα και το αρνίσιο.
Αυτό το σπαθί στήριξε τους Αχαιούς τόσες και τόσες φορές. Τώρα είναι η σειρά του να στηρίξει και μένα.
Ότι αξιοπρέπεια μου έχει μείνει.
Έτσι στημένο εκεί, με την αιχμή του να δείχνει τους θεούς. Τους σκληρούς θεούς.

Χμ, όταν καταφέρνει άλλος το πλήγμα ο πόνος είναι αλλιώς. Κοφτός, με ξάφνιασμα. Είναι πιο οδυνηρός όταν τον περιμένεις, όταν τον προκαλείς εσύ πάνω σου.
Όμως πρέπει να γίνει σιγά σιγά. Να είναι εξαγνιστικός. Συνειδητός ως τα μύχια.

Το αίμα μου, πολύ πιο ζεστό όταν χύνεται πάνω μου αλλά ίδιο με όλων των εχθρών μου. Ελπίζω να το γευτούν στον κάτω κόσμο και να αναγαλλιάσει η ταραγμένη σκιά τους, ώστε όταν με δουν κοντά τους να με έχουν συγχωρέσει.

Ο πύργος των Αχαιών. Κουράστηκα πια. Ας ξαπλώσω κουλουριασμένος στη μήτρα του σκοταδιού να ξεκουραστώ για λίγο, για πάντα..

Ας κλείσω τα μάτια μου…
Είναι ήδη κλειστά.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου